Είχαν περάσει μόλις 13 αγωνιστικά λεπτά στο θρυλικό Μπόστον Γκάρντεν όπου οι Σέλτικς υποδέχονταν τους Σάρλοτ Χόρνετς για τα πλέι οφ του ΝΒΑ το 1993.
Τα… γεροντοπαλίκαρα της παλιάς φουρνιάς των γηπεδούχων (ΜακΧέιλ, Πάρις) έδιναν τα πάντα στο γήπεδο, γνωρίζοντας πάντως ότι οι καλές τους μέρες είχαν περάσει οριστικά στο παρελθόν. Ωστόσο τους κρατά ζωντανούς ο Ρέτζι Λιούις, ένας ταλαντούχος δίμετρος γκαρντ/φόργουορντ που κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να αντέξει την βαριά σκιά της απουσίας του Λάρι Μπερντ. Και η αλήθεια είναι ότι τα καταφέρνει καλά, μέχρι εκείνη την στιγμή που δίχως ορατή αφορμή σωριάζεται στο παρκέ.
Παραμένει εκεί για μερικά δευτερόλεπτα, πριν τελικά σηκωθεί εμφανώς αποπροσανατολισμένος και μπερδεμένος. Αργότερα θα επιστρέψει στο ματς, αλλά είναι ξεκάθαρο πως έχει επηρεαστεί από το απρόσμενο περιστατικό. Έστω κι έτσι, προλαβαίνει να σημειώσει 17 πόντους. Αριθμός ενδεικτικός της κλάσης του, ακόμη και σε αυτό το παιχνίδι το οποίο αποδείχτηκε ότι ήταν το ύστατο μιας καριέρας που διακόπηκε βίαια περίπου δύο μήνες αργότερα όταν άφηνε την τελευταία πνοή του παίζοντας μπάσκετ σε ένα ανοιχτό γήπεδο μαζί με φίλους.
Η πόλη θρήνησε για ένα αδικοχαμένο παιδί που καθόλου άδικα το θεωρούσε δικό της. Αν και είχε γεννηθεί στην ταλαιπωρημένη από ακραία εγκληματικότητα εκείνη την εποχή Βαλτιμόρη, ανδρώθηκε μπασκετικά στην σαφώς πιο… πολιτισμένη Βοστώνη, αρχικά παίζοντας στο Northeastern University και στη συνέχεια «αναγκάζοντας» με τις επιδόσεις του τους Σέλτικς να τον επιλέξουν στο νούμερο 22 του ντραφτ του 1987. Μετά από μια μέτρια «εισαγωγική» πρώτη σεζόν, ο ύψους 2.01 μέτρων και βάρους 88 κιλών παίκτης έδειξε ότι είχαν πετύχει διάνα καθώς δεν άργησε να ανεβάσει τους μέσους όρους του στους πάνω από 20 πόντους ανά παιχνίδι, την ίδια ώρα που η αθλητικότητά του ήταν τέτοια που τον έκανε ιδανικό προκειμένου να αναλάβει επικίνδυνες αποστολές και στην άμυνα. Και ειδικά πάνω σε αυτό το θέμα κανείς δεν μπορεί να πει περισσότερα από τον ίδιο τον Μάικλ Τζόρνταν.
Ο «Air» βέβαια στην διάρκεια της τεράστιας καριέρας του αντιμετώπισε αμυντικούς πολύ πιο ζόρικους από τον Ρέτζι Λιούις, αλλά σίγουρα του είναι αδύνατο να ξεχάσει την βραδιά που τον είδε να τον σταματά όχι μία, δύο ή τρεις, αλλά τέσσερις φορές με ισάριθμα μεγαλοπρεπή κοψίματα! Ήταν Μάρτιος του 1991 και οι Σέλτικς οι οποίοι ήδη είχαν αποκαθηλωθεί από την κορυφή από τα «κακά παιδιά» του Ντιτρόιτ υποδέχονταν εκείνους που θα πλήρωναν τελικά με το ίδιο νόμισμα τους Πίστονς. Τους Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν.
Το ματς εξελίχθηκε σε προσωπική κόντρα του GOAT (37 πόντοι, 7 ριμπάουντ, 9 ασίστ) με τον γερασμένο αλλά αειθαλή Λάρι Μπερντ ο οποίος αν και με διαλυμένη πλάτη είχε εκείνο το βράδυ 34 πόντους, 15 ριμπάουντ και 9 ασίστ. Ωστόσο το γεγονός της βραδιάς δεν ήταν ούτε το παρ’ ολίγο triple-double του «the Hick from French Lick» ούτε η επικράτηση των Σέλτικς επί των μετέπειτα πρωταθλητών με 135-132 μετά από δύο παρατάσεις. Αναμφίβολα το απόλυτο highlight ήταν οι τέσσερις τάπες του Ρέτζι Λιούις απέναντι στον καλύτερο παίκτη όλων των εποχών.
Η επόμενη σεζόν θα αποδειχθεί η καλύτερη αλλά δυστυχώς και η τελευταία της ζωής του. Μετά το περιστατικό στο ματς με τους Χόρνετς θα επισκεφθεί γιατρούς οι οποίοι διαπίστωσαν κάποια θέματα με την καρδιά του, αλλά τίποτα τόσο σημαντικό ώστε να του συστήσουν να σταματήσει το μπάσκετ. Τρεις διαφορετικές ομάδες καρδιολόγων συμφώνησαν πως η λιποθυμία του προήλθε από νευροκαρδιογενή συγκοπή, ενώ διαγνώστηκε και κοιλιακή αρρυθμία, χωρίς πάντως να υπάρξουν άλλες εξελίξεις.
Δίχως να έχει λοιπόν επίγνωση του κινδύνου που διέτρεχε, ο «σιδερένιος» (αφού ως τότε είχε χάσει μόλις πέντε ματς στην επαγγελματική καριέρα του) πήγε για προπόνηση με έναν φίλο του στο γήπεδο του πανεπιστημίου του Μπράντεϊς. Μετά από περίπου μια ώρα σωριάστηκε ξανά στο έδαφος, ενώ οι προσπάθειες δύο διερχόμενων αστυνομικών να τον επαναφέρουν στην ζωή αποδείχθηκαν μάταιες. Λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της 27ης Ιουλίου 1993 η καρδιά του Ρέτζι Λιούις σταμάτησε να χτυπά. Αυτή την φορά οριστικά και αμετάκλητα…
Στην κηδεία του παρευρέθηκαν πάνω από 15.000 άνθρωποι για να τον αποχαιρετήσουν, αγνοώντας ακόμη και τις φήμες ότι ο Ρέτζι ουσιαστικά προκάλεσε το κακό που τον βρήκε κάνοντας χρήση κοκαΐνης. Εκείνοι γνώριζαν ότι έχασαν πρώτα από όλα ένα δικό τους παιδί (αργότερα αποσύρθηκε και η φανέλ του με το νούμερο 35) και μια μπασκετική υπόσχεση που δεν πρόλαβε ποτέ να υλοποιηθεί. Τα δάκρυα για αυτόν στην Βοστώνη δεν έχουν στεγνώσει ακόμη.
Παραμένει εκεί για μερικά δευτερόλεπτα, πριν τελικά σηκωθεί εμφανώς αποπροσανατολισμένος και μπερδεμένος. Αργότερα θα επιστρέψει στο ματς, αλλά είναι ξεκάθαρο πως έχει επηρεαστεί από το απρόσμενο περιστατικό. Έστω κι έτσι, προλαβαίνει να σημειώσει 17 πόντους. Αριθμός ενδεικτικός της κλάσης του, ακόμη και σε αυτό το παιχνίδι το οποίο αποδείχτηκε ότι ήταν το ύστατο μιας καριέρας που διακόπηκε βίαια περίπου δύο μήνες αργότερα όταν άφηνε την τελευταία πνοή του παίζοντας μπάσκετ σε ένα ανοιχτό γήπεδο μαζί με φίλους.
Ο «Air» βέβαια στην διάρκεια της τεράστιας καριέρας του αντιμετώπισε αμυντικούς πολύ πιο ζόρικους από τον Ρέτζι Λιούις, αλλά σίγουρα του είναι αδύνατο να ξεχάσει την βραδιά που τον είδε να τον σταματά όχι μία, δύο ή τρεις, αλλά τέσσερις φορές με ισάριθμα μεγαλοπρεπή κοψίματα! Ήταν Μάρτιος του 1991 και οι Σέλτικς οι οποίοι ήδη είχαν αποκαθηλωθεί από την κορυφή από τα «κακά παιδιά» του Ντιτρόιτ υποδέχονταν εκείνους που θα πλήρωναν τελικά με το ίδιο νόμισμα τους Πίστονς. Τους Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν.
Το ματς εξελίχθηκε σε προσωπική κόντρα του GOAT (37 πόντοι, 7 ριμπάουντ, 9 ασίστ) με τον γερασμένο αλλά αειθαλή Λάρι Μπερντ ο οποίος αν και με διαλυμένη πλάτη είχε εκείνο το βράδυ 34 πόντους, 15 ριμπάουντ και 9 ασίστ. Ωστόσο το γεγονός της βραδιάς δεν ήταν ούτε το παρ’ ολίγο triple-double του «the Hick from French Lick» ούτε η επικράτηση των Σέλτικς επί των μετέπειτα πρωταθλητών με 135-132 μετά από δύο παρατάσεις. Αναμφίβολα το απόλυτο highlight ήταν οι τέσσερις τάπες του Ρέτζι Λιούις απέναντι στον καλύτερο παίκτη όλων των εποχών.
Δίχως να έχει λοιπόν επίγνωση του κινδύνου που διέτρεχε, ο «σιδερένιος» (αφού ως τότε είχε χάσει μόλις πέντε ματς στην επαγγελματική καριέρα του) πήγε για προπόνηση με έναν φίλο του στο γήπεδο του πανεπιστημίου του Μπράντεϊς. Μετά από περίπου μια ώρα σωριάστηκε ξανά στο έδαφος, ενώ οι προσπάθειες δύο διερχόμενων αστυνομικών να τον επαναφέρουν στην ζωή αποδείχθηκαν μάταιες. Λίγο μετά τις 5 το απόγευμα της 27ης Ιουλίου 1993 η καρδιά του Ρέτζι Λιούις σταμάτησε να χτυπά. Αυτή την φορά οριστικά και αμετάκλητα…
Στην κηδεία του παρευρέθηκαν πάνω από 15.000 άνθρωποι για να τον αποχαιρετήσουν, αγνοώντας ακόμη και τις φήμες ότι ο Ρέτζι ουσιαστικά προκάλεσε το κακό που τον βρήκε κάνοντας χρήση κοκαΐνης. Εκείνοι γνώριζαν ότι έχασαν πρώτα από όλα ένα δικό τους παιδί (αργότερα αποσύρθηκε και η φανέλ του με το νούμερο 35) και μια μπασκετική υπόσχεση που δεν πρόλαβε ποτέ να υλοποιηθεί. Τα δάκρυα για αυτόν στην Βοστώνη δεν έχουν στεγνώσει ακόμη.
To fullpress365.com θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες του έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Μη προσβάλλετε τη Σελίδα με άσχετα για το περιεχόμενο σχόλια!